Τα ακολουθούντα από infognomonpolitics.blogspot.gr/2014/01/k_31.html
κχ
Γράφει ο Νέστορας Νικηφορίδης
{" Δεύτσονες" αποκαλούνται πλέον οι τέως Γερμανοί, ήδη 1.500 χρόνια μετά τον ερχομό των βαρβάρων - τις επιπτώσεις του οποίου ερχομού τους επί των λαών και ηθών της δυτικής Ευρώπης, επιμένουμε στην Ελλάδα μας να κάνουμε ότι δεν τις αντιληφθήκαμε και τόσο. Αντικαταστήστε τον όρο Γερμανοί με τον όρο "Δεύτσονες" και τον όρο Γερμανία με τον όρο "Δευτσλάνδη", και θα γίνει περισσότερο κατανοητή η πολιτική της Μέρκελ, η στοχοθεσία του Σόϊμπλε, η νομική απαιδευσία κάποιων οικονομολόγων του ήδη παγκοσμιοποιημένου "τετάρτου Ράϊχ"...}
Σε άρθρο του Του Χάρη Σαββίδη, στο Έθνος της 28-1-2014 που αναδημοσιεύθηκε στο ιστολόγιο Ινφογνώμων Πολιτικά, αναφέρεται ότι :
« ... η γερμανική κεντρική τράπεζα υποστηρίζει ότι ένας φόρος επί του "πλούτου" (καταθέσεις, ομόλογα, μετοχές, ακίνητα και γενικώς όλη την περιουσία) σε κράτη που αδυνατούν να αναχρηματοδοτήσουν το χρέος τους, «ευθυγραμμίζεται με την αρχή της εθνικής ευθύνης, σύμφωνα με την οποία οι φορολογούμενοι είναι υπεύθυνοι για τις υποχρεώσεις της κυβέρνησής τους πριν απαιτηθεί η αλληλεγγύη άλλων κρατών» (Η πρόταση έχει θεωρητικό υπόβαθρο θεωρίες οικονομολόγων σε διεθνείς οργανισμούς όπως το Δ.Ν.Τ.)
Επισημάνσεις:
Ας μας επιτραπεί να επισημάνουμε, ότι, κατά την γνώμη μας, ΠΡΩΤΟΝ, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ καμία "αρχή της εθνικής ευθύνης", σύμφωνα με την οποία "οι φορολογούμενοι είναι υπεύθυνοι για τις υποχρεώσεις της κυβέρνησής τους πριν απαιτηθεί η αλληλεγγύη άλλων κρατών". Από νομικής απόψεως, στην περίπτωση της Ελλάδας ιδίως, τέτοια θεωρία δεν έχει θέση ούτε ευσταθεί.
Διότι υπάρχει, προηγουμένως, και κανείς δεν το αμφισβητεί, πρώτα από όλα, η αρχή της τραπεζικής ευθύνης. Σύμφωνα με την αυτήν, οι τράπεζες είναι υπόλογες έναντι των μετόχων τους αλλά και των καταθετών τους, για τα θαλασσοδάνεια που συνάπτουν με αναξιόπιστα άτομα, αναξιόπιστες διοικήσεις ιδιωτικών φορέων, και αναξιόπιστους πολιτικούς.
Αναξιόπιστοι είναι δε αυτοί οι τελευταίοι, όταν ενεργούν χωρίς να έχουν - δια της Βουλής και δια της δημοκρατικής διαφάνειας και δημοσιότητας - την επιδοκιμασία της κοινής γνώμης του λαού τους για το δάνειο και τους όρους αυτού.Πράγματα τα οποία, όσο και αν έχουν τεχνικό χαρακτήρα, σε γενικές γραμμές πρέπει να υποβάλλονται στην βάσανο της δημοκρατικής διαδικασίας και δημοσιότητας. Συνεπώς, προϋπόθεση της δεσμεύσεως του λαού από δάνεια που συνάπτουν οι πολιτικοί του για λογαριασμό του, είναι τουλάχιστον να έχει ο λαός γνώση των τοιούτων επιλογών, και να τις επιδοκιμάζει δια των οργάνων της Δημοκρατίας.
Τέτοια θαλασσοδάνεια, όμως, όταν γίνονται εν γνώσει των τραπεζιτών, για την κακή κατάσταση της οικονομίας του δανειζομένου φορέως, ονομάζονται απιστία από απόψεως ευθύνης των τραπεζιτών έναντι των μετόχων της Τραπέζης "τους", και δεν δεσμεύουν τον λαό ο οποίος παρακάμφθηκε. Και στην περίπτωση της Ελλάδας, σαφώς παρακάμφθηκε. Ούτε γενική ενημέρωση, ούτε δημοσιοποίηση στην ευρεία κοινή γνώμη των μέσων μορφωμένων ανθρώπων, περί των επαχθών όρων, επιτοκίων κ.λ.π., των συμβάσεων. Και τούτο ήταν σε γνώση και των τραπεζιτών που προδήλως σχεδίασαν την έκθεση της Ελλάδας σε προφανή κίνδυνο πτωχεύσεως.
Υπάρχει ακόμη, η αρχή της ευθύνης του κράτους (εν προκειμένω του Γερμανικού Κράτους) για την αποχαλίνωση των τραπεζικών του φορέων που στόχευαν στην αρπαγή ξένου δημοσίου πλούτου φιλικής χώρας και ξένων ιδιωτικών περιουσιών πολιτών φίλης χώρας, με αξιόποινο τέχνασμα, το τέχνασμα του "στημένου" υπερβολικού δανεισμού, ήτοι δανεισμού σε φορείς δημόσιους ή ιδιωτικούς, της ξένης χώρας, διοικούμενους από πρόσωπα ελεγχόμενα σε σοβαρό βαθμό, ή και εξαγορασμένα... .
Πρόκειται στην πραγματικότητα, για οιονεί αυτοσύμβαση της τράπεζας με τον εαυτό της, αφού συμβάλλεται αυτή ως δανείστρια, ενώ στην πλευρά του δανειζομένου φορέως υπάρχουν δικοί της άνθρωποι: λέγε με Ζήμενς, ρώτα Νικηφοράκο, βλέπε Παπαδήμα... Τέτοιοι άνθρωποι, στερούνται αληθινής εξουσίας αντιπροσωπεύσεως του δανειζομένου κράτους, ως καταχρώμενοι της εξουσίας δημοκρατικής αντιπροσωπεύσεως, την οποία κατάχρηση γνωρίζει ΑΡΙΣΤΑ και η δανείζουσα τράπεζα.
Αλλά είναι και τούτο: Ο φερόμενος ως δανειζόμενος φορέας, το Ελληνικό κράτος, δεν είναι κεφαλαιουχικό νομικό πρόσωπο, αλλά ΠΟΛΙΤΕΙΑ, δηλαδή λαός συγκροτημένος πολιτικά, τον οποίον λαό, οι φερόμενοι ως αντιπρόσωποί του, για να τον δεσμεύσουν, πρέπει και να τον εκπροσωπούν εκφράζοντας την γενική βούλησή του. Και όχι την δική τους βούληση, να πάρουν τα χρήματα, και με αυτά να αποσπάσουν ψήφους καπηλευόμενοι δι' αυτών τους δημοκρατικούς θεσμούς.
Από νομικής απόψεως, υπάρχει άρα, αντίστροφα, θέμα εφαρμογής ετέρας αρχής του δικαίου, δηλαδή θέμα αστικής ευθύνης των τραπεζιτών, έναντι του πολιτικώς περιπαιχθέντος με την συνέργειά τους λαού. Πρόκειται για αξίωση δημοσίου δικαίου, συνταγματικού επιπέδου, η οποία, στο επίπεδο του εσωτερικού δικαίου ενεργοποιεί την ευθύνη των πολιτικών (πολιτική, ποινική, αστική), στο επίπεδο δε του ιδιωτικού δικαίου και όσον αφορά τους αλλοδαπούς τραπεζικούς οίκους, μεταπίπτει σε αξίωση αποζημιώσεως, τουλάχιστον, της ιδιαίτερης ηθικής βλάβης, ενός ολόκληρου λαού, για το ότι τέτοια δόλια χρηματοδότηση στήριξε την παραπλάνηση των ψηφοφόρων και την εκλογή αναξίων πολιτικών.
Εξ άλλου, υπάρχει, ασφαλώς, έναντι των πολιτικών προσώπων ατομικώς, ως προσωπικώς αντισυμβαλλομένων και μόνον, αξίωση της δανείστριας τράπεζας για επιστροφή του ποσού του "δανείου" από την περιουσία τους. Υπάρχει ακόμη, ενδεχομένως, και αξίωση της Τράπεζας έναντι του φορέως ο οποίος φέρεται ότι δανείσθηκε (της Ελληνικής Πολιτείας), αλλά τούτο μόνον εφ' όσον η τράπεζα αποδείξει ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΩΝ ΕΛΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ (πάσα συμφωνία ή και νόμος περί του δικαιοδοσίας άλλου κράτους είναι αντισυνταγματικός, εκτός και άν ψηφίσθηκε, ρητώς όμως, ως εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας κατά τους όρους του άρθρου 28 του Συντάγματος), ότι:
1) είτε ότι σώζεται ο πλουτισμός του φορέως αυτού (αξίωση της τράπεζας εκ του αδικαιολογήτου πλουτισμού του Ελληνικού Δημοσίου, έναντι του τελευταίου),
2) είτε ότι ο πλουτισμός αυτός αναλώθηκε υπό συγκεκριμένων ωφελουμένων (Ελλήνων πολιτών) εν γνώσει τους όμως, περί του ότι δαπανούν χρήματα "δανεισθέντα προς χάριν τους" (σύμβαση υπέρ τρίτου) και τα οποία πράγματι εισέπραξαν ως τελικοί αποδέκτες και ανάλωσαν ("φάγανε, φάγανε,...").
ΤΟ ΠΡΟΔΗΛΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΦΑΛΜΑ στον συλλογισμό των Γερμανών τραπεζιτών, είναι ότι ΔΕΝ βλέπουν τον πολιτικό, διαπροσωπικό και κοινωνικό χαρακτήρα της συγκροτητικής βάσεως της Πολιτείας, ούτε τον εκπροσωπητικό ως προς την κοινωνία και το έθνος ρόλο που επιτελούν νομικώς, και πρέπει να επιτελούν και πολιτικώς, οι φερόμενοι ως αντιπρόσωποι της Πολιτείας, αλλά θεωρούν ότι το κράτος είναι μία κεφαλαιουχική οντότητα του θετικού δικαίου, πράγμα νομικώς εσφαλμένο.
Άν είχαν να κάνουν με μία κεφαλαιουχική επιχείρηση, τότε ίσως θα ήταν δικαιολογημένο να ζητούν ικανοποίηση από όσα αυτή έχει θέσει, από τα ποσά των δανείων, στην διάθεση των εργαζομένων της. Αλλά και πάλιν, τούτο, μόνο στην βάση του τυχόν αδικαιολόγητου πλουτισμού των εργαζομένων ή της τυχόν ανήθικης συμπεριφοράς τους με την μη διαφύλαξη των χορηγηθέντων ως δανεικών (όχι δηλαδή με επιβάρυνση στις προσωπικές τους περιουσίες, ούτε σε ό,τι αυτοί κέρδισαν εργαζόμενοι) ή στην βάση της αδικοπρακτικής ευθύνης των μελών του Δ.Σ. προσωπικώς.
Η περίπτωση όμως του λεγομένου "δημοσίου" χρέους "μας", μοιάζει πολύ περισσότερο, με την περίπτωση που οι δανειστές έχουν ως φερόμενο οφειλέτη ένα σωματείο του αστικού δικαίου, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, του οποίου τα μέλη εξ ορισμού μπορεί να χάσουν μόνον ό,τι εισφορές έχουν καταβάλει και ουδέν πέραν τούτου. Όταν λοιπόν, η Διοίκηση του σωματείου αυτού, έχει δανεισθεί, καταχρηστικώς και προς ίδιον όφελος και ανάλωση, τάχατες χάριν των μελών του σωματείου, στα οποία απλώς έχει ίσως προσφέρει ολίγα ψίχουλα (αφήνοντάς τα κατά τα λοιπά στην άγνοια για το είδος του δανείου και για την έκταση των υποχρεώσεων που είχε αναλάβει η Διοίκηση "εξ ονόματός τους" και σε βάρος τους), τότε, ευθύνεται μεν η Διοίκηση έναντι τη Τραπέζης αστικώς, αλλά σε βάρος ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΩΝ μελών του σωματείου, μόνο αξιώσεις εκ του τυχόν αδικαιολογήτου πλουτισμού τους μπορεί να εγείρει η Τράπεζα.
Και αυτά, ισχύουν πολύ περισσότερο για την Πολιτεία, αφού το σωματείο, όσο δημοκρατική και αν είναι η καταστατική πρόβλεψη για την λειτουργία του, στερείται του ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ δημοκρατικού χαρακτήρος της Πολιτείας, ο οποίος είναι πολιτικά και νομικά δεσμευτικός και για τις όποιες τράπεζες, όπου γής. Ο καθένας συνεπώς αντιλαμβάνεται την ορθότητα των ανωτέρω θέσεων του σχολίου μας και το όλως έωλο των θέσεων των Γερμανών τραπεζιτών.
Αν οι Γερμανοί τραπεζίτες ή οικονομολόγοι, θέλουν αντί να οικοδομήσουν την δημοκρατική Ευρώπη, να κάνουν κατοχή και διαχείριση με δύο μέτρα και δύο σταθμά, σε βάρος άλλων λαών, να μας το πουν αντρίκια και ευθέως. Προηγουμένως όμως, ας ρωτήσουν και κανέναν νομικό τους περί του βαθμού ευθύνης των μελών προσωπικής ενώσεως, όταν στην ηγεσία της προωθούνται από δανειστή της ενώσεως άτομα της αρεσκείας του, με δόλια μεθόδευση όπως θαλασσοδάνεια προς την ηγεσία της ενώσεως. Κάπως πρέπει να ονομάζεται αυτό το πράγμα στο αστικό και στο ποινικό δίκαιο της Γερμανίας ("Δευτσλάνδης"). Γιατί στο Ελληνικό δίκαιο και στην συνείδηση του Ελληνικού λαού, νομίζω ότι ονομάζεται απάτη, δόλια χρεωκοπία, και ενδεχομένως σύσταση συμμορίας.
Υστερόγραφο: Το ότι, δε, ο πλούτος καθ' εαυτός, αποτελεί αναγκαία αλλά όχι και επαρκή βάση για ύπαρξη φοροδοτικής ικανότητας, είναι πρόδηλο. Μπορεί να φορολογηθεί η αύξηση του πλούτου, το αδικαιολόγητα υπέρμετρο αυτού, και το αδικαιολόγητα ανεκμετάλλευτο αυτού. Εξ ίσου φορολογητέα θα ήταν άλλωστε η εργατική δύναμη, ως μορφή πλούτου. Φαντάζεται όμως κανείς, να φορολογείται ο άνθρωπος διότι δύναται να εργασθεί και μόνον, ανεξαρτήτως εάν εργάζεται και αποκομίζει εισόδημα, και ανεξαρτήτως του πόσο εισόδημα; Νομίζω ότι αυτό το τελευταίο ονομάζεται δουλεία ή υποδούλωση, όπως και το προηγούμενο ονομάζεται αναγκαστική απαλλοτρίωση ή δήμευση, όχι φόρος επί της περιουσίας.
Νέστορας Νικηφορίδης
Το κείμενο του άρθρου στο Έθνος.
Από : http://infognomonpolitics.blogspot.gr/2014/01/10_28.html
κχ
Γράφει ο Νέστορας Νικηφορίδης
{" Δεύτσονες" αποκαλούνται πλέον οι τέως Γερμανοί, ήδη 1.500 χρόνια μετά τον ερχομό των βαρβάρων - τις επιπτώσεις του οποίου ερχομού τους επί των λαών και ηθών της δυτικής Ευρώπης, επιμένουμε στην Ελλάδα μας να κάνουμε ότι δεν τις αντιληφθήκαμε και τόσο. Αντικαταστήστε τον όρο Γερμανοί με τον όρο "Δεύτσονες" και τον όρο Γερμανία με τον όρο "Δευτσλάνδη", και θα γίνει περισσότερο κατανοητή η πολιτική της Μέρκελ, η στοχοθεσία του Σόϊμπλε, η νομική απαιδευσία κάποιων οικονομολόγων του ήδη παγκοσμιοποιημένου "τετάρτου Ράϊχ"...}
Σε άρθρο του Του Χάρη Σαββίδη, στο Έθνος της 28-1-2014 που αναδημοσιεύθηκε στο ιστολόγιο Ινφογνώμων Πολιτικά, αναφέρεται ότι :
« ... η γερμανική κεντρική τράπεζα υποστηρίζει ότι ένας φόρος επί του "πλούτου" (καταθέσεις, ομόλογα, μετοχές, ακίνητα και γενικώς όλη την περιουσία) σε κράτη που αδυνατούν να αναχρηματοδοτήσουν το χρέος τους, «ευθυγραμμίζεται με την αρχή της εθνικής ευθύνης, σύμφωνα με την οποία οι φορολογούμενοι είναι υπεύθυνοι για τις υποχρεώσεις της κυβέρνησής τους πριν απαιτηθεί η αλληλεγγύη άλλων κρατών» (Η πρόταση έχει θεωρητικό υπόβαθρο θεωρίες οικονομολόγων σε διεθνείς οργανισμούς όπως το Δ.Ν.Τ.)
Επισημάνσεις:
Ας μας επιτραπεί να επισημάνουμε, ότι, κατά την γνώμη μας, ΠΡΩΤΟΝ, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ καμία "αρχή της εθνικής ευθύνης", σύμφωνα με την οποία "οι φορολογούμενοι είναι υπεύθυνοι για τις υποχρεώσεις της κυβέρνησής τους πριν απαιτηθεί η αλληλεγγύη άλλων κρατών". Από νομικής απόψεως, στην περίπτωση της Ελλάδας ιδίως, τέτοια θεωρία δεν έχει θέση ούτε ευσταθεί.
Διότι υπάρχει, προηγουμένως, και κανείς δεν το αμφισβητεί, πρώτα από όλα, η αρχή της τραπεζικής ευθύνης. Σύμφωνα με την αυτήν, οι τράπεζες είναι υπόλογες έναντι των μετόχων τους αλλά και των καταθετών τους, για τα θαλασσοδάνεια που συνάπτουν με αναξιόπιστα άτομα, αναξιόπιστες διοικήσεις ιδιωτικών φορέων, και αναξιόπιστους πολιτικούς.
Αναξιόπιστοι είναι δε αυτοί οι τελευταίοι, όταν ενεργούν χωρίς να έχουν - δια της Βουλής και δια της δημοκρατικής διαφάνειας και δημοσιότητας - την επιδοκιμασία της κοινής γνώμης του λαού τους για το δάνειο και τους όρους αυτού.Πράγματα τα οποία, όσο και αν έχουν τεχνικό χαρακτήρα, σε γενικές γραμμές πρέπει να υποβάλλονται στην βάσανο της δημοκρατικής διαδικασίας και δημοσιότητας. Συνεπώς, προϋπόθεση της δεσμεύσεως του λαού από δάνεια που συνάπτουν οι πολιτικοί του για λογαριασμό του, είναι τουλάχιστον να έχει ο λαός γνώση των τοιούτων επιλογών, και να τις επιδοκιμάζει δια των οργάνων της Δημοκρατίας.
Τέτοια θαλασσοδάνεια, όμως, όταν γίνονται εν γνώσει των τραπεζιτών, για την κακή κατάσταση της οικονομίας του δανειζομένου φορέως, ονομάζονται απιστία από απόψεως ευθύνης των τραπεζιτών έναντι των μετόχων της Τραπέζης "τους", και δεν δεσμεύουν τον λαό ο οποίος παρακάμφθηκε. Και στην περίπτωση της Ελλάδας, σαφώς παρακάμφθηκε. Ούτε γενική ενημέρωση, ούτε δημοσιοποίηση στην ευρεία κοινή γνώμη των μέσων μορφωμένων ανθρώπων, περί των επαχθών όρων, επιτοκίων κ.λ.π., των συμβάσεων. Και τούτο ήταν σε γνώση και των τραπεζιτών που προδήλως σχεδίασαν την έκθεση της Ελλάδας σε προφανή κίνδυνο πτωχεύσεως.
Υπάρχει ακόμη, η αρχή της ευθύνης του κράτους (εν προκειμένω του Γερμανικού Κράτους) για την αποχαλίνωση των τραπεζικών του φορέων που στόχευαν στην αρπαγή ξένου δημοσίου πλούτου φιλικής χώρας και ξένων ιδιωτικών περιουσιών πολιτών φίλης χώρας, με αξιόποινο τέχνασμα, το τέχνασμα του "στημένου" υπερβολικού δανεισμού, ήτοι δανεισμού σε φορείς δημόσιους ή ιδιωτικούς, της ξένης χώρας, διοικούμενους από πρόσωπα ελεγχόμενα σε σοβαρό βαθμό, ή και εξαγορασμένα... .
Πρόκειται στην πραγματικότητα, για οιονεί αυτοσύμβαση της τράπεζας με τον εαυτό της, αφού συμβάλλεται αυτή ως δανείστρια, ενώ στην πλευρά του δανειζομένου φορέως υπάρχουν δικοί της άνθρωποι: λέγε με Ζήμενς, ρώτα Νικηφοράκο, βλέπε Παπαδήμα... Τέτοιοι άνθρωποι, στερούνται αληθινής εξουσίας αντιπροσωπεύσεως του δανειζομένου κράτους, ως καταχρώμενοι της εξουσίας δημοκρατικής αντιπροσωπεύσεως, την οποία κατάχρηση γνωρίζει ΑΡΙΣΤΑ και η δανείζουσα τράπεζα.
Αλλά είναι και τούτο: Ο φερόμενος ως δανειζόμενος φορέας, το Ελληνικό κράτος, δεν είναι κεφαλαιουχικό νομικό πρόσωπο, αλλά ΠΟΛΙΤΕΙΑ, δηλαδή λαός συγκροτημένος πολιτικά, τον οποίον λαό, οι φερόμενοι ως αντιπρόσωποί του, για να τον δεσμεύσουν, πρέπει και να τον εκπροσωπούν εκφράζοντας την γενική βούλησή του. Και όχι την δική τους βούληση, να πάρουν τα χρήματα, και με αυτά να αποσπάσουν ψήφους καπηλευόμενοι δι' αυτών τους δημοκρατικούς θεσμούς.
Από νομικής απόψεως, υπάρχει άρα, αντίστροφα, θέμα εφαρμογής ετέρας αρχής του δικαίου, δηλαδή θέμα αστικής ευθύνης των τραπεζιτών, έναντι του πολιτικώς περιπαιχθέντος με την συνέργειά τους λαού. Πρόκειται για αξίωση δημοσίου δικαίου, συνταγματικού επιπέδου, η οποία, στο επίπεδο του εσωτερικού δικαίου ενεργοποιεί την ευθύνη των πολιτικών (πολιτική, ποινική, αστική), στο επίπεδο δε του ιδιωτικού δικαίου και όσον αφορά τους αλλοδαπούς τραπεζικούς οίκους, μεταπίπτει σε αξίωση αποζημιώσεως, τουλάχιστον, της ιδιαίτερης ηθικής βλάβης, ενός ολόκληρου λαού, για το ότι τέτοια δόλια χρηματοδότηση στήριξε την παραπλάνηση των ψηφοφόρων και την εκλογή αναξίων πολιτικών.
Εξ άλλου, υπάρχει, ασφαλώς, έναντι των πολιτικών προσώπων ατομικώς, ως προσωπικώς αντισυμβαλλομένων και μόνον, αξίωση της δανείστριας τράπεζας για επιστροφή του ποσού του "δανείου" από την περιουσία τους. Υπάρχει ακόμη, ενδεχομένως, και αξίωση της Τράπεζας έναντι του φορέως ο οποίος φέρεται ότι δανείσθηκε (της Ελληνικής Πολιτείας), αλλά τούτο μόνον εφ' όσον η τράπεζα αποδείξει ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΩΝ ΕΛΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ (πάσα συμφωνία ή και νόμος περί του δικαιοδοσίας άλλου κράτους είναι αντισυνταγματικός, εκτός και άν ψηφίσθηκε, ρητώς όμως, ως εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας κατά τους όρους του άρθρου 28 του Συντάγματος), ότι:
1) είτε ότι σώζεται ο πλουτισμός του φορέως αυτού (αξίωση της τράπεζας εκ του αδικαιολογήτου πλουτισμού του Ελληνικού Δημοσίου, έναντι του τελευταίου),
2) είτε ότι ο πλουτισμός αυτός αναλώθηκε υπό συγκεκριμένων ωφελουμένων (Ελλήνων πολιτών) εν γνώσει τους όμως, περί του ότι δαπανούν χρήματα "δανεισθέντα προς χάριν τους" (σύμβαση υπέρ τρίτου) και τα οποία πράγματι εισέπραξαν ως τελικοί αποδέκτες και ανάλωσαν ("φάγανε, φάγανε,...").
ΤΟ ΠΡΟΔΗΛΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΦΑΛΜΑ στον συλλογισμό των Γερμανών τραπεζιτών, είναι ότι ΔΕΝ βλέπουν τον πολιτικό, διαπροσωπικό και κοινωνικό χαρακτήρα της συγκροτητικής βάσεως της Πολιτείας, ούτε τον εκπροσωπητικό ως προς την κοινωνία και το έθνος ρόλο που επιτελούν νομικώς, και πρέπει να επιτελούν και πολιτικώς, οι φερόμενοι ως αντιπρόσωποι της Πολιτείας, αλλά θεωρούν ότι το κράτος είναι μία κεφαλαιουχική οντότητα του θετικού δικαίου, πράγμα νομικώς εσφαλμένο.
Άν είχαν να κάνουν με μία κεφαλαιουχική επιχείρηση, τότε ίσως θα ήταν δικαιολογημένο να ζητούν ικανοποίηση από όσα αυτή έχει θέσει, από τα ποσά των δανείων, στην διάθεση των εργαζομένων της. Αλλά και πάλιν, τούτο, μόνο στην βάση του τυχόν αδικαιολόγητου πλουτισμού των εργαζομένων ή της τυχόν ανήθικης συμπεριφοράς τους με την μη διαφύλαξη των χορηγηθέντων ως δανεικών (όχι δηλαδή με επιβάρυνση στις προσωπικές τους περιουσίες, ούτε σε ό,τι αυτοί κέρδισαν εργαζόμενοι) ή στην βάση της αδικοπρακτικής ευθύνης των μελών του Δ.Σ. προσωπικώς.
Η περίπτωση όμως του λεγομένου "δημοσίου" χρέους "μας", μοιάζει πολύ περισσότερο, με την περίπτωση που οι δανειστές έχουν ως φερόμενο οφειλέτη ένα σωματείο του αστικού δικαίου, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, του οποίου τα μέλη εξ ορισμού μπορεί να χάσουν μόνον ό,τι εισφορές έχουν καταβάλει και ουδέν πέραν τούτου. Όταν λοιπόν, η Διοίκηση του σωματείου αυτού, έχει δανεισθεί, καταχρηστικώς και προς ίδιον όφελος και ανάλωση, τάχατες χάριν των μελών του σωματείου, στα οποία απλώς έχει ίσως προσφέρει ολίγα ψίχουλα (αφήνοντάς τα κατά τα λοιπά στην άγνοια για το είδος του δανείου και για την έκταση των υποχρεώσεων που είχε αναλάβει η Διοίκηση "εξ ονόματός τους" και σε βάρος τους), τότε, ευθύνεται μεν η Διοίκηση έναντι τη Τραπέζης αστικώς, αλλά σε βάρος ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΩΝ μελών του σωματείου, μόνο αξιώσεις εκ του τυχόν αδικαιολογήτου πλουτισμού τους μπορεί να εγείρει η Τράπεζα.
Και αυτά, ισχύουν πολύ περισσότερο για την Πολιτεία, αφού το σωματείο, όσο δημοκρατική και αν είναι η καταστατική πρόβλεψη για την λειτουργία του, στερείται του ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ δημοκρατικού χαρακτήρος της Πολιτείας, ο οποίος είναι πολιτικά και νομικά δεσμευτικός και για τις όποιες τράπεζες, όπου γής. Ο καθένας συνεπώς αντιλαμβάνεται την ορθότητα των ανωτέρω θέσεων του σχολίου μας και το όλως έωλο των θέσεων των Γερμανών τραπεζιτών.
Αν οι Γερμανοί τραπεζίτες ή οικονομολόγοι, θέλουν αντί να οικοδομήσουν την δημοκρατική Ευρώπη, να κάνουν κατοχή και διαχείριση με δύο μέτρα και δύο σταθμά, σε βάρος άλλων λαών, να μας το πουν αντρίκια και ευθέως. Προηγουμένως όμως, ας ρωτήσουν και κανέναν νομικό τους περί του βαθμού ευθύνης των μελών προσωπικής ενώσεως, όταν στην ηγεσία της προωθούνται από δανειστή της ενώσεως άτομα της αρεσκείας του, με δόλια μεθόδευση όπως θαλασσοδάνεια προς την ηγεσία της ενώσεως. Κάπως πρέπει να ονομάζεται αυτό το πράγμα στο αστικό και στο ποινικό δίκαιο της Γερμανίας ("Δευτσλάνδης"). Γιατί στο Ελληνικό δίκαιο και στην συνείδηση του Ελληνικού λαού, νομίζω ότι ονομάζεται απάτη, δόλια χρεωκοπία, και ενδεχομένως σύσταση συμμορίας.
Υστερόγραφο: Το ότι, δε, ο πλούτος καθ' εαυτός, αποτελεί αναγκαία αλλά όχι και επαρκή βάση για ύπαρξη φοροδοτικής ικανότητας, είναι πρόδηλο. Μπορεί να φορολογηθεί η αύξηση του πλούτου, το αδικαιολόγητα υπέρμετρο αυτού, και το αδικαιολόγητα ανεκμετάλλευτο αυτού. Εξ ίσου φορολογητέα θα ήταν άλλωστε η εργατική δύναμη, ως μορφή πλούτου. Φαντάζεται όμως κανείς, να φορολογείται ο άνθρωπος διότι δύναται να εργασθεί και μόνον, ανεξαρτήτως εάν εργάζεται και αποκομίζει εισόδημα, και ανεξαρτήτως του πόσο εισόδημα; Νομίζω ότι αυτό το τελευταίο ονομάζεται δουλεία ή υποδούλωση, όπως και το προηγούμενο ονομάζεται αναγκαστική απαλλοτρίωση ή δήμευση, όχι φόρος επί της περιουσίας.
Νέστορας Νικηφορίδης
Το κείμενο του άρθρου στο Έθνος.
Από : http://infognomonpolitics.blogspot.gr/2014/01/10_28.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια εκφράζουν τη γνώμη ή άποψη του συντάκτη τους