06/04/2008
Του ΚΩΝ/ΝΟΥ Π. ΡΩΜΑΝΟΥ Πανεπιστήμιο Αιγαίου
Σημείωση κχ. Το άρθρο μου κοινοποίησε η κα. Simone Le Baron
Από την αρχή ο ανθελληνισμός ήταν η άλλη πλευρά του νομίσματος του φιλελληνισμού. Ο φιλελληνισμός ήταν έρωτας του ιδανιστικού Ελληνισμού, έρωτας του ελληνικού πολιτισμού όπως αυτό εκφραζόταν στη γλυπτική, την αρχιτεκτονική, την επιστήμη, τα έργα των προγόνων.
Ανθελληνισμός ήταν η στάση απογοήτευσης του φιλέλληνα που προέκυπτε από την επαφή του τελευταίου με τους συγχρόνους του υπαρκτούς Έλληνες, δηλαδή τους ανθρώπους της καθημερινότητας, τους ανθρώπους όπως εσύ κι εγώ, με όλα τα πάθη και τις μικρότητες. Η ανώμαλη προσγείωση από το ιδανικό στο πραγματικό είναι μια κίνηση που στην πολιτική ψυχολογία εξηγεί την έκπτωση του έρωτα σε μίσος, του φιλελληνισμού σε ανθελληνισμό!
Ήδη οι Ρωμαίοι ήταν ταυτόχρονα εραστές της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς και εχθροί των Ελλήνων της εποχής τους, για τους οποίους επεφύλασσαν τις κατηγορίες του γραικυλισμού, της διπροσωπίας, της υποκριτικής δουλικότητας κ.λπ. Τον ίδιο διχασμό παρατηρούμε καθ' όλον τον μεσαίωνα στη στάση τόσο των Φράγκων όσο και των Αράβων απέναντι στον Έλληνα. Κατά την ένδοξη ελληνική επανάσταση του 1821 οι φιλέλληνες Ευρωπαίοι που πολέμησαν κατά των Τούρκων δεν παρέλειψαν να δώσουν δείγματα της απογοήτευσής τους από τους έλληνες συμπολεμιστές τους, οι οποίοι όχι μόνο δεν φορούσαν πλέον χιτώνες αλλά διακρίνονταν από φθόνο, εριστικότητα, φιλαυτία, άγνοια και τόσες άλλες «ανθρώπινες, υπερβολικά ανθρώπινες!» (Νίτσε) κακίες.
Συνοπτικά λοιπόν μπορούμε να πούμε ότι το δίπολο φιλελληνισμός - ανθελληνισμός ισούται με έρωτα για τους απελθόντες και μίσος για τους ζώντες Έλληνες!
Οι Βαυαροί που κυβέρνησαν την Ελλάδα μετά τον θάνατο του Καποδίστρια ήσαν αναμφισβήτητα μεγάλοι εραστές του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Ως εξ αυτού οργάνωσαν την ελληνική σχολική παιδεία κατά τα πρότυπα της γερμανικής φιλελληνικής παιδείας. Όμως έτσι, για πρώτη φορά στην ιστορία Έλληνες το γένος έλαβαν φιλελληνική παιδεία ως βάση της ιδίας εθνικής ταυτότητας! Οι Έλληνες έγιναν εφεξής «φιλέλληνες». Εμβολιάστηκαν δηλαδή με τη σχιζοειδή στάση της απόλυτης καταξίωσης, με την ταυτόχρονη απόλυτη απαξίωση του εαυτού του. Μια εγγενής αστάθεια του χαρακτήρα, μια ανεδαφική, κυκλοθυμική εκτίμηση των πραγμάτων έγινε εφεξής κεντρικό συστατικό της ελληνικής ψυχής.
Σε συλλογικό επίπεδο οι ιστορικές συγκυρίες προκαλούν την ανάδυση του ενός ή του άλλου πόλου στο προσκήνιο. Οι επιτυχίες γρήγορα επιφέρουν ναρκισσισμό, ενώ οι αποτυχίες καταθλιπτική αυτοαπαξίωση έως αυτομαστίγωση. Η ελληνική ψυχή φαίνεται να έχει χάσει κάθε μέτρο.
Δεν είναι μετά από αυτά απορίας άξιον ότι μετά τη ντροπή των Υμίων και το όνειδος της παράδοσης του ικέτη Οτσαλάν (και τα δύο έργα όχι βεβαίως του λαού, αλλά της σημιτικής ηγεσίας) η ελληνική αυτοεκτίμηση έκανε, με τη γνωστή απολυτότητα, βουτιά στο κενό. Όμως εκεί την περίμεναν αυτήν τη φορά -αλίμονο (!)- εχθροί αποφασισμένοι να εκμεταλλευτούν στο έπακρον την αδυναμία της, ώστε να μην μπορέσει πλέον (αυτή είναι η επιδίωξή τους) να ανακάμψει.
Οι εχθροί αυτοί, οι οποίοι γνωρίζουν καλά την ελληνική κυκλοθυμία, αλλά και το ελληνικό πείσμα απέναντι σε κάθε εξωτερική παρέμβαση, επόμενο ήταν να ζητήσουν και να βρουν ερείσματα για την υπονομευτική δράση τους στο εσωτερικό του απογοητευμένου έθνους. Τέτοια ερείσματα όντως βρήκαν: στα φιλόδοξα, άκρως ανταγωνιστικά καπετανάτα των ελληνικών πολιτικών κομμάτων, στη μεταπραττική ακαδημαϊκή διανόηση των πανεπιστημίων, στο πειρατικό κεφάλαιο των νεόκοπων εκατομμυριούχων των τηλεπικοινωνιών, των ΜΜΕ και των τραπεζών. Με αυτούς τους πολιορκητικούς κριούς εκπόρθησαν στο τέλος το ίδιο το κράτος, το οποίο, από εντεταλμένος προστάτης του έθνους ανεπαισθήτως μεταλλάχθηκε σε συνειδητό πλέον πολέμιο του έθνους και κατ' επίτασιν του ιδίου του γένους των Ελλήνων. Οι ενορχηστρωμένες αυτές δράσεις των εχθρών του Ελληνισμού στο εσωτερικό του επί του παρόντος βιώνονταν ως μια ιδιαίτερα σφοδρή μορφή του κατά τα άλλα εγγενούς ανθελληνισμού των Ελλήνων, ως μία αρρώστια της βούλησης και του θυμικού, την οποία η συλλογική ψυχή αδυνατεί τόσο να κατανοήσει, όσο και να ανακάμψει από αυτήν.
Έτσι θα μπορούσε κανείς να πλησιάσει ένα πλήθος ακατανόητων κατ' αρχήν φαινομένων του εξωκοινοβουλευτικού πολιτικού γίγνεσθαι, όπως την πλήρη απαξίωση του Ελληνισμού ως ουσίας και ως ονόματος στη συνείδηση των εμπνευστών γκραφίτι των Εξαρχείων του τύπου: «Κρεμάλα στους ελληνόψυχους!». Ή «Έλληνας είσαι και φαίνεσαι!». Ή (μέσα στο Πολυτεχνείο) «Σκοτώστε τους Έλληνες - τους Έλληνες που γεννάνε Έλληνες - τους Έλληνες!». Μπροστά στο ανθελληνικό μίσος των χιλίων και μίας αριστερίστικων ομάδων του «χώρου», η σκοπιανή αφίσα στην πρόσφατη διαδήλωση υπέρ της Μακεδονίας α λα Σκόπια «Fuck Greece», που είδαμε όλοι στην οθόνη της ΕΤ3, φαντάζει μάλλον συγκρατημένη.
Ή πάρτε τις περυσινές αφίσες του «χώρου» στην Πατησίων κατά της 28ης Οκτωβρίου: «Σταματήστε τις παρελάσεις διότι ενισχύουν τον πατριωτισμό!». Εδώ η λέξη «πατριωτισμός» είναι περίπου συνώνυμη του «φασισμός». Συγγενής εκδοχή είναι και η φράση «ξεφτίλες πατριώτες» στον τοίχο του Πολυτεχνείου. Την αποστροφή προς την έννοια πατρίδα εκφράζουν γκραφίτι του τύπου «καμία πατρίδα!», ενώ φράσεις του τύπου «πατρίδα μας είναι η Γη!» προσφέρουν τον πλανήτη ως -οικολογικής εμπνεύσεως- υποκατάστατο της απορριπτέας ελληνικής πατρίδας. Η δυσανεκτικότητα των αριστεριστών προς την ελληνική πατρίδα και την ίδια τη λέξη Έλληνας δεν επεκτείνεται παρά ταύτα σε άλλους λαούς και πατρίδες, εφόσον δεν αμφισβητούν ούτε τους Αλβανούς ούτε τους Κούρδους, τους Τούρκους, τους Ινδιάνους, τους Ιρακινούς, τους «Μακεδόνες» και το δικαίωμα όλων αυτών σε μία πατρίδα, γι' αυτό και αγωνίζονται π.χ. υπέρ της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας» (όπως άλλωστε και ο «Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου»). Μόνο στους Έλληνες που παραδόξως επιμένουν να αγαπούν την Ελλάδα επιφυλάσσει το φαντασιακό του τεχνηέντως ενισχυμένου ντόπιου ανθελληνισμού την κατηγορία του «ελληναρά» και «εθνικιστή».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου